Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014

ΚΑΛΑΜΙΩΝΑΣ


ΑΘΥΜΑΣΑΙ ΠΟΥ ΣΕ ΠΕΙΡΑ ΤΖΙΚΑΣΤΟ ΚΑΛΑΜΙΟΝΑ
ΤΖΕ ΣΕ ΓΑΜΙΣΑ ΑΝΕΛΕΗΤΑ ΕΜΕΙΝΕ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΙΩΝΑ

ΛΑΔΙ ΚΑΙ ΠΙΓΑΔΙ


ΑΘΥΜΑΣΑΙ ΠΟΥ ΣΕ ΓΑΜΙΣΑ ΤΖΕ ΕΒΑΛΑ ΣΟΥ ΛΑΔΙ
ΤΖΕ ΑΝΟΙΞΕ Ο ΚΟΛΟΣ ΣΟΥ ΤΖΕ ΕΓΙΝΕ ΠΙΓΑΔΙ

ΣΗΜΑΙΑ ΠΑΡΕΑ


Ο ΒΙΛΟΣ ΜΟΥ ΕΣΙΚΟΣΤΗΚΕ ΕΓΙΝΙΚΕ ΣΗΜΑΙΑ
ΦΕΡΕ ΤΖΕ ΣΙ ΤΟ ΚΟΛΟ ΣΟΥ ΝΑ ΚΑΜΝΟΥΣΙΝ ΠΑΡΕΑ

ΤΟ ΓΕΡΙΜΟ ΤΟ ΚΑΠΟΤΟ


ΣΑΡΑΝΤΑ ΠΙΧΕΣ ΝΑΥΛΟ ΣΑΡΑΝΤΑ ΠΙΧΕΣ ΝΑΥΛΟ
ΤΖΕ ΚΑ ΤΖΕ ΚΑ ΤΖΕ ΚΑΜΑΝ ΜΟΥ ΚΑΠΟΥΤΟ
ΤΟ ΓΕΡΙΜΟ ΤΟ ΚΑΠΟΥΤΟ ΠΟΥ ΜΠΕΝΕΙ ΜΕΣ ΤΟ ΠΟΥΤΟ

ΤΖΕ ΠΙΑ ΕΝ`Α ΤΟΝ ΠΙΑΣΕΙ ΣΤΟ ΠΟΥΤΟ ΝΑ ΤΟ ΒΑΛΕΙ
ΤΖΕ ΠΙΑ ΕΝ ΤΖΙΝΗ Η ΑΞΙΑ ΠΟΥ ΝΑ ΤΟΝ ΕΘΙΛΑΣΕΙ

ΤΟ ΓΕΡΙΜΟ ΤΟ ΚΑΠΟΥΤΟ ΠΟΥ ΜΠΕΝΕΙ ΜΕΣ ΤΟ ΠΟΥΤΟ

ΒΟΥΡΝΑ


ΑΘΥΜΑΣΑΙ ΠΟΥ ΣΕ ΓΑΜΙΣΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΒΟΥΡΝΑ
ΚΑΙ ΕΙΡΤΕ ΤΖΕ Η ΜΑΝΑ ΣΟΥ ΤΖΕ ΕΣΠΑΣΕ ΤΗ ΚΟΥΜΝΑ

ΑΘΥΜΑΣΑΙ ΠΟΥ ΣΕ ΓΑΜΙΣΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΒΟΥΡΝΑ
ΚΑΙ ΕΙΔΕ ΜΕ Ο ΤΖΙΡΙΣ ΜΟΥ ΤΖΕ ΦΟΝΑΖΕ ΜΟΥ ΒΟΥΝΝΑ
(ΒΟΥΝΝΑ ΕΝ ΚΟΤΣΙΝΟΧΟΡΚΑΤΙΚΟ ΚΑΤΙ ΕΤΣΙ)

Τριάδα


Ο βίλος μου εσικοστηκε εγίνικε λαμπάδα
Ελα εσου τζ´η φίλη σου να καμουμε τριάδα

Πιπονι


Αθημασε που σε γαμισα πανω στο μπαλκόνι τζε ειρτε τζε η μανα σου τζε εφερε πιπονι

Ιστερια

Ιστερια

Ειμουν μιτσης τζε μιαλινα τζε καμνω φασαρια, αν σε γαμισω αληπιτα θα σε πιασει ιστερια

Δώστε του μούτσιου ναψει

Σε ενα βασίλιο μια φορα ειταν ο βασιλιας η βασίλισα και η κορη τους.

Μια ημερα ενας ειδε την πριγγιπισα και ηθελε την αλλα αν τον επιαναν
θα του κοφκαν την κελλέ του. Παει στο βασιλια λαλει του για σου
βασιλια λαλουν με μουτσιο και ειμαι γιατρος και ειρτα να δω την κορη
σου. Ενταξει λαλει ο βασιλιας τζε φοναζει την βασιλισα να τον παρει να
δει την κορη τους. Λαλει της λαλουμε πουτο. Παει στο δωματιο της

Τα καρύδια

Ένα ζευγάρι πάει στην ελλάδα και αποφασίσαν να φέρουν σκιουράκια

είρταν κύπρο και ο άντρας αρχίσε και φώναζε στο τελωνίο και τον πιάσαν.
Λαλει του ο τελώνης καλα ρε αντεξες που την ελλάδα ως κύπρο και δεν άντεχες ακόμα λιγο;

λαλεί του
κύριε άντεξα μεσα στο αεροπλανο έπιανε το βίλλο μου ενόμιζε ήταν κλονί εκάθετουν άρεσκε μου.
μετά έπιανε τα αρχίδια μου ενόμιζε ήταν καρίδια άρεσκε μου
μετά επιε στην τρύπα του κόλου μου ενόμιζε ήταν φωλία εμπενε έφκενε αρεσκε μου
αντάκοσα και επαουριζα(φώναζα) όταν άρχισε να τραβά τα καρίδια να μπουν στην φωλία :)

Ανωνύμων, Κυπριακά ερωτικά ποιήματα


Ότις του πόθου δεν είν’ πειρασμένος,
τα δολερά του πάθη δεν γνωρίζει.
[Κυπριακά ερωτικά ποιήματα], 3. 1-2. Λίνος Πολίτης, Ποιητική Ανθολογία, Β΄. Μετά την Άλωση (15ος και 16ος αιώνας). «Δωδώνη», χ.χ. 125.



Του Αη Γιωρκου Αλκινοος Ιοαννιδης

Δευτέρα ήτουν της Καθαράς που κάμνουν την νομάδαν
Μες το καράβιν έμπηκεν την πρώτην εβτομάδαν
Τζαι τρεις ημέρες έκαμεν να ρέξει το Βερούτιν
Ψουμίν, νερόν εν εβρέθηκεν μεσά στην χώραν τούτην

Η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία Κύπρου

 Αντάν αρτζιέψαν οι κρυφοί ανέμοι τζι εφυσούσαν
τζι αρκίνησεν εις την Τουρτζιάν να κρυφοσυνεφκιάζη
τζιαι που τες τέσσερεις μερκές τα νέφη εκουβαλούσαν,
ώστι να κάμουν τον τζιαιρόν ν' αρτζιεύκη να στοιβάζη,
είσιεν σγιαν είχαν ούλοι τους τζι η Τζιύπρου το κρυφόν της
μεσ' στους ανέμους τους κρυφούς είσιεν το μερτικόν της.
τζι αντάν εφάνην η στραπή εις του Μοριά τα μέρη
τζι εξάπλωσεν τζι ακούστηκεν παντού η πουμπουρκά της,
τζι ούλλα ξηλαμπρατζιήσασιν τζιαι θάλασσα τζιαι ξέρη
είσιεν σγιαν είχαν ούλοι τους τζι η Τζιύπρου τα κακά της.[29]    

Διαφορα απο Ω

  • ″Ωσπου νάβρουμεν την φωνήν, εξηχάσαμεν το τραούδιν″
  • "Ώσπου πάμε τζαι γερνούμεν άλλα πράμματα θωρούμεν"

Διαφορα απο Ψ

  • “Ψουμιά εν ειχαμε τζαι ρεπάνια εγυρευκαμε”

Διαφορα απο Χ

Χωρει τον η τρυπα του βελονιου ( οταν θελει κατι θα βρει τον τροπο να το πετυχει )

Διαφορα απο Φ

  • "Φακούν του παπά με τα πρόσφορα"
  • ″Φταίουν του τα ρουχα του″ ( λεγεται αυτος που ειναι ευεξαπτος )

Διαφορα απο Τ

  • "Τα πολλά λόγια εν φτώσεια"
  • "Τζείνος που ρέσσει τζαι εν λαλεί με γεια σου με καλώστον στο παναϊρι έπαρτον τζαι όσα σου δώκουν δώστον"
  • "Tζαι τζεινον που τον σιαιρετας τζαι εν σου πολοετε στο παναϊρι επαρτον να δεις πως εν πουλιεται" (δηλ¨τι αξιζει απο καποιον να πει ενα 'γεια')
  • "Τζιλούν το αφκό με την μαναβέλα"
  • "Το γέλιο της Παρασκευής, το κλάμα του Σαββάτου"
  • "Το γινάτι φκάλει αμάτι"
  • "Το λαμπρόν τζει που πέφτει κρούζει."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Η φωτιά καίει εκεί που χτυπά."
  • "Το κρίμα εν πάστο κλίμα"
  • "Το σσυλλί σου τζαι το παιδί σου όπως το μάθεις"
  • "Τον Μάρτη ξύλα φύλαε, μεν κάψεις τα παλλούτζια"
    • Μετάφραση στην Δημοτική: τον Μάρτη κάνει κρύο και φρόντισε να φυλάξεις ξύλα, αλλιώς θα χρειαστεί να κάψεις τα παλούκια για να ζεσταθείς
  • "Τον αράπη τζαι αν τον πλύννεις το σαπούνι σου χαλάς"
  • "Του πελλού η απάντηση εν η σιωπή
  • "Τον ποντικόν η τρύπα εν τον εφόρεν τζαι 'τραβαν τριζοκολόκα"
  • "Τζινούρκον είσαι κόσιηνο τζιαί που να σε κρεμάσω"
  • "Τα γεριμα τα κατσαρα να μεν εκορακουσαν, τα λογια τα παραξενα να μεν μου τα λαλουσαν "
  • "Τον αλουπον η τρυπα του εν τον εχωρεν τζιε τραβαν τζιε τριζοκολοκαν"
  • "Το 'ναν σιέριν νυφκει τ' άλλον τζαι τα θκυό το πρόσωπον"
  • "Τάσσει φούρνους ποξαμάθκια"
  • "Τα μακρά κοντά εγινήκασιν"
  • "Τάσσω τ' αμπέλια μου ν' αρμάσω τα παιθκιά μου"
  • "Το έξυπνον πουλλίν που την μούττη πιάνεται"
  • "Τζει που βρέσσιει φαίνεται τζει που σσιονίζει ασπρίζει"
  • "Τζοιμάσαι την νύχτα με τον στραό τζιαι το πρωί αλληθωρίζεις"

Διαφορα απο Σ

  • "Σσύλλον πλύννεις, σσύλλον λούσεις, πάλε σσυλιές μυρίζει."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Όσο και να λούζεις ένα σκύλο, πάλι θα μυρίζει σαν σκύλος."
  • "Σσύλλος που λάσει εν δακάνει"
  • "Σταφύλιν φάε τζι αμπέλιν μεν ρωτάς."
    • Εξήγηση: "όταν κάποιος σου προσφέρει κάτι να το δέχεσαι χωρίς παραξενιές και διαμαρτυρίες"
  • "Στην ανερκάν φελά τζαι το χαλάζιν"
  • "Στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα!"
  • "Στο σπίτιν του κρεμμασμένου μεν μιλάς για σιοινήν"
  • "Στο καλάθιν εν χόρώ στο κοσιήνη περισσεύκω"

Διαφορα απο Ρ

  • "Ρίφκε αβκά πας τον τοίχον."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Ρίχνε αυγά απάνω στον τοίχο." δηλαδή είναι ανώφελο*
  • "Ρωτώντας πας στην πόλη"

Διαφορα απο Π

  • "Παπάς μου λειτουρκε δκυό εκκλησιές, της μιας γελά της"
    • Ένας παπάς δυό εκκλησιές, τη μια την αφήνει αλειτούργητη: [Λέγεται ότι κάποιος κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα και σίγουρα αφήνει κάτι πίσω]
  • "Παίζει τον πελλόν για να φκει σκάρτος"
  • "Παρα να συντηχάνεις καλύττερα να κλάνεις"
  • "Παφίτην αναγιώνεις, χρυσάφιν νεκατώνεις"
    • Όταν μεγαλώνεις ή γνωρίσεις Παφίτη (άνθρωπο με καταγωγή την περιοχή Πάφου της Κύπρου), είναι τόσο καλός ανθρωπος - πολύτιμος όπως το χρυσάφι.
  • "Παφίτην αναγιώνεις , σκατζόσσυρον μερώνεις"
    • Μην προσπαθείς να εκπαιδεύσεις Παφίτη (άνθρωπο καταγόμενο από την περιοχή Πάφου της Κύπρου), είναι ανώφελο και ακατόρθωτο όπως να εκπαιδεύεις σκάντζόχοιρο.
  • "Πέζε του γάρου λύρα να χορεύκει βύρα βύρα."
  • "Πέρα βρέχχει, στην Καραμανιά χχιονίζει"
    • Μετάφραση στην Δημοτική: όταν κάποιος δεν καταλαμβένει τι του λέμε
  • "Πέψε τον πελλόν τζαι λάμνε ταπισόν του"
    • Μετάφραση στην Δημοτική: μην έχεις εμπιστοσύνη σε ένα τρελό
  • "Πρέπει να το 'σιει η κούτρα σου να κατεβάζει φτείρες"
  • "Που σου νέφκω, που παεις"
  • "Πόθεν είσαι θκιέ; Κουτσιά εμαήρεψα"
    • Όταν ρωτάς κάτι κάποιον και παίρνεις άσχετη απάντηση
  • "Πε, πε εν να το πει τζι ο κώλος του"
  • "Ππέφτουν τα ποξαμάθκια τζει που 'ν έσιει δόντια"

Διαφορα απο Ο

  • "Ο γάρος ο οκνιάρης εν τζαι βαρυγομαρκάρης."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Ο γάιδαρος ο τεμπέλης πάντοτε βαρυφορτώνεται."
  • "Ο Θεός αγαπά τον κλέφτη αλλά αγαπά τζιαι τον νοικοτζύρη."
  • "Ο κάττος τζι αν εγέρασεν τα νύσια που 'σιεν έσιει."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Ο γάτος, έστω κι αν έχει γεράσει, έχει τα ίδια νύχια όπως πριν."
  • "Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει τζαι τα λία"
  • "Όπου λαλούν πολλοί πετεινοί, αρκεί να ξημερώσει"
  • "Όπου φτωχός τζ' η μοίρα του"
  • "Ότι αθυμάσε, χέρεσε"
  • "Ο νούρος του σιύλλου εν ισσιώννει"
  • "Ούλοι λέσιν τζαι πολέσιν, τζι ο πελλός τζι που πονεί"
  • "Ο άδρωπος ο γυναξιής τρώει πάντα της κκελλές του"
  • "Ο κωλος ο τιτσιρος ειδεν το βρατζιν τζ’ εσιεστιν"
  • "Όμορφον μωρό στη σούσαν άνοστον στη γειτονιάν"
  • "Ο ξένος τζι' ο στραβός εν έναν"
  • "Ο κάττος τζι' ο καλόηρος το ψάριν αγαπούν το"
  • "Όπως έστρωσες να τζοιμηθείς"
  • "Ο πελλός θέλλει τον αντίπελλο του"
  • "Όποιος φκιάζεται σκοντάφκει"
  • "Όποιος φατσίσει στο ανώβλιν θωρεί τζαι το κατώβλιν"
  • "ο κλέφτης τζιαι ο ψέφτης τον πρώτο γρόνο σιαίρουνται"
  • "Ο ψηλός τρώει τα σύκα"

Διαφορα απο Ξ

  • Ξεροκέφαλος κεφάλα λαλεί ο πόντιος
  • Ξένος πόνος ούλλον γέλιον

Διαφορα απο Ν

  • "Να σου δώσει η μούλα η γεραφώνα"
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Να πάρεις από το μουλάρι που εγκυμονεί (Δηλαδή δεν θα πάρεις, αφού ως γνωστό το μουλάρι, που είναι διασταύρωση γαιδάρου καί αλόγου δεν μπορεί να αναπαράγει"
  • "Να ππέσει τάφκον που τον κώλον της εν θα σπάσει.
    • Μετάφραση: Αν πέσει τ΄ αβγό απ΄ τον κώλο της δεν θα σπάσει. Λέγεται για τις πολύ κοντές γυναίκες.
  • "Να ποταβρίζεσαι ώσπου φτάνει το σιέριν σου"

Διαφορα απο Μ

  • "Μάρτης Γδάρτης τζαι Παλλουκοκάφτης"
ή *Τον Μάρτη ξύλα φύλαε μεν κάψεις τα παλλούτζια
    • Δηλαδή κατά το Μάρτη έχουμε κρύο που γδέρνει και ζέστη που καίει τα παλλούκια. Τα δύο άκρα.
  • "Μάθε τέχνη τζαι κρέμαστιν εις το παλούτζι"
  • "Μεγάλον βούκκον φάε, μεγάλον λόον μεν πεις"
    • Μετάφραση στη Δημοτική: Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις
  • "Με τον συγγενή σου φάε πιε τζιαι αλίσβερίσιι μεν κάμεις"
    • Με τους συγγενείς σου να τρως και να πίνεις αλλά ποτέ μ' αυτούς εμπορικές πράξεις να μην κάνεις.
  • Με ξένον κώλο κλάννω τζι εγιώ...
    • Δηλαδή, με ξένα μέσα, με ξένες πλάτες, καυχιέμαι, κάνω του κεφαλιού μου...
  • "Με συγγενή σου φάε πιε, τζι’αλίσβερίσια μεν κάμεις"
  • "Μια παδκιά του γέρου αξίζει σίλιες του παιδκιού"

Διαφορα απο Λ

  • Λείπει ο Μάρτης που τη Σαρακοστή;
  • Λαμνε να δεις που βρεσσει

Διαφορα απο Κ

  • "Καλός καλός ο σιοίρος μας, μα εφκέιν χαλαζιάρης"
  • "Κάτσε την μμάππα χαμαί."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Άφησε την μπάλα κάτω." (Δηλ. Μην κάνεις τον έξυπνο)
  • "Καμήλα κλάννει στο Πεντάκωμον"
  • "Καμηλάρη καλημέρα, καμηλάρη καλημέρα"
  • "Κάλλιον πέντε τζιαι στο σιέρην παρά δέκα τζιαι καρτέριν"
  • "Κάμε το καλό τζιαι ρίψετο στο γυαλό"
  • "Κάμνεις τον ψύλλον κάμηλον"
  • "Κατά που σου κάμνουν κάμνε τζιαι κατζία μεν κρατάς"

Διαφορα απο Θ

  • "Θέλει την πίττα σωστή τζαι τον σιύλλον χορτάτον"
  • "Θώρε την κρυάδα τζιαι μύραζε το πάπλωμαν"

Διαφορα απο Η

  • "Η μάνα εν μαννα"
    • Δηλαδή: Η μητερα ειναι σαν δώρο απο τον Θεό
  • "Η καθαριότητα εν μισή αρκογκιά"
  • "'Ηβρες φαί, φάε, ήβρες ξύλο, φύε"
  • " Η απάντηση του πελλού εν η σιωπή"
  • "Η Γλώσσα κόκκαλα δεν έσσιη τζιέ κόκκαλα τσακκίζει"
  • "Η νύφη αντα να γενηθεί της πεθεράς ημιάζει"
  • "H αντροπή εν πουκα' στο πάπλωμα"
  • "Η αρκή εν το ήμισυ του παντός"

Διαφορα απο Ε

  • "Εγιώ στραώνω τζαι πουλώ τζαι εσύ άμπλεπε τζαι γόραζε"
  • "Είπαν τον πελλόν, τζαι επέλλανεν"
  • "Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπέλια σου."
  • "Εν της παπαθκιάς τα ξύλα"
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Τα ξύλα ανήκουν στην παπαδιά (και έτσι τα προσέχει περισσότερο)"
  • "Ένας παπάς δκυό εκκλησιές της μιας γελά της"
    • "Ένας παπάς δυό εκκλησιές, τη μια την αφήνει αλειτούργητη"
[Λέγεται ότι κάποιος κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα και σίγουρα αφήνει κάτι πίσω]
  • "Έπαρτον εις τον γάμο σου να σου πεί τζαι του χρόνου"
  • "Ετσύλησεν ο τέντζερης, τζαι ήβρεν το καπάτζιν"
  • "Ετσύλισεν το στουπομα τζαι ιβρεν την μαιρισσαν"
  • "Επίεν ο φτωχός να αρμαστεί τζαι μίτσιανε η νύχτα"
  • "Εσυνάφερες τον ξένον φερ' τζιαι την τσαέρα του"
  • "Έφκαλεν η γλώσσα μου μαλλιά"
  • "Εφκίκεν κούππα άπαννη"
  • "Εδώκαν μου αυκό τζιαι ζητούν την όρνιθα"
  • -> Εν ο νούς σου τζιαι μια λίρα τζιαι γυρίζει βύρρα βύρρα

Διαφορα απο Δ

  • "Δώστου πελλού λουκάνικον, να σου πει εν ζαβόν"
    • "Δωστου πελλου αγγουρι να σου πει εν ζαβον"
  • "Δώκε θάρρος του χωρκάτη να μπει με τες ποϊνες στο κρεβάτι"

Διαφορα απο Β

  • "Βουνό με βουνό εν σμίει"
  • "Βούρα θκιέ τζιαι φτάννω σε"

Διαφορα απο Α

  • Αθκιασερος παπάς, θάφκει τζαι ζωντανούς"
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Παπάς χωρίς δουλειά θάβει και ζωντανούς"
  • "Άλλα 'ν' τ' αμμάδκια του λαού τζι άλλα του κουκουφκιάου, τζιαι άλλα εν του αλουπού που κάμνει πάου πάου"
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Άλλα, (διαφορετικά) είναι τα μάτια του λαγού, άλλα της κουκουβάγιας και άλλα της αλεπούς που (όταν "κλαίει") κάνει πάου πάου".
  • "Αλλού τον τρώει τζαι αλλού κνίθεται"
  • "Άλλαξεν ο Μανωλιός τζι έβαλεν τα ρούχα του αλλοιώς"
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς"
  • "Άμαν εν πάει ο Μωάμεθ είς το βουνό, πάει το βουνό εις τον Μωάμεθ."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Όταν δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πάει το βουνό στο Μωάμεθ."
  • "Αν ήταν η αζούλα πούζα, ήθεν να πουζιάσει ούλος ο κόσμος"
  • "Αν κάμει ο Μάρτης δκυο νερά τζαι ο Απρίλης άλλον έναν χαρά σε τζίντον γεωργόν πόσχει πολλά σπαρμένα"
  • "Απόν αππέξω του χορού, πολλά τραούθκια ξέρει."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Όποιος έιν' έξω απ' το χορό ξέρει πολλά τραγούδια."
  • "Απόν ακούει, τερκάζει"
  • "Απόν ακούει του γονιού , παραγωνιάς τζιμάτε."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "οταν δεν ακούς τούς γονείς , κοιμάσαι παράμερα."
  • "Aπόν αντρέπεται, ο κόσμος εν δικός του"
  • "Από σιει μούγια, μουγιάζεται."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Κάποιος προσπαθεί να διώξει την μύγα μόνο αν αυτή κάθεται επάνω του."
ή "όποιος έχει τη μύγα, μιγιάζεται"
  • "Απο 'σιει πούζαν τζιαι παιδίν στο γάμον τι γυρεφκει"
  • "Απόν 'θέλει να πάει στον μύλον, 5 μέρες κοσσινίζει."
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Όποιος δεν θέλει να πάει στον μύλο, κοσκινίζει για 5 μέρες."
  • "Απόν φορτώνει πόσσω σου, τάνα του να φορτώσει."
  • "Απ' ον μπορεί να δέρει το γάρο, δέρνει το σαμάν (Δηλ. κάποιος που δεν μπορεί να κάνει η να πει κάτι σ' εκείνον που του έφτεξε, τα βάζει με άλλον)"
  • "Απ' ον σε ξέρει, ακριβά σε γοράζει"
  • "Απού σοθκιάζει τριάντα θκυό τζαι ξοθκιάζει τράντα εν νοικοτζύρης πάντα. Απου ξοθκιάζει τριάντα θκυό αλλά σοθκιάζει τράντα, στη φυλακή τον παίρνουσι τζαι εν του διούν αμάντα"
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "Οποιος έχει έσοδα τριαντα δύο και έξοδα τριάντα είναι πάντα νοικοκύρης, όποιος όμως ξοδεύει τριάντα δύο και έχει έσοδα τριάντα τον παίρνουν στην φυλακή και δεν τον λυπούνται."
  • "Απου πονεί πάει στον γιατρόν τζιαι απού διψά πάει στην βρύσιν."
    • Αυτός που έχει το πρόβλημα πρέπει να ψάξει για την λύση
  • "΄Ακουε μεγάλο αμπέλι τζαι πέρνε μιτσί καλάθι"
    • Μετάφραση στη Δημοτική: "΄Ακουγε για μεγάλο αμπέλι αλλά πάρε μαζί σου μικρό καλάθι"
  • "Άκουε πολλά τζαι πίστεφκε λία"
  • "Από΄ σσιει γειτον εσσειει όσιον τζια΄αποσιει όσιον τζιμάτε"
    • δηλαδη οποιος εχει γειτονα θα τον βοηθίσει στις δυσκολες στιγμες
  • "Απ΄όν έσχει νούν έσχει πόθκια"
  • "Ασχιμοφόρε τζαι μεν ριάς"
  • Αλλα λογια θκιε παπα ( οταν απαντα ο αλλος κατι ασχετο απο αυτο που το λες)
  • "Από το ρίφιν ρίφι, τζιαι γερόκλιαρον αρνί"¨
"Απού Γερόκλιαρο αρνί τζιαι κοκκορίφι ρίφι"
    • Αυτή η παροιμία θέλει να πει, για καλά γερά και υγειές ερίφια , ο επιβήτορας αρσενικός πρέπει να είναι νεαρό ερίφι, ενώ αντιθέτως στα πρόβατα ο επιβήτορας αρσενικός πρέπει να είναι μεγάλης ηλικίας.
  • "Άλλην μας εδείξαν τζ΄άλλην μας εμπείξαν!!!"
  • "Ανάγιως τον κολλιό να σου φκάλει τα μάθκια σου"
  • "Απ' αγκάθιν φκαίνει ρόδον"

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2014

Σουβλα να πνασω

Εν τσιε θελει τεχνη

Πιανουμεν που το κασαπη Χειρινο/ Αρνι/ Κοτοπουλο κομμενο για σουβλα

Ρεσσουμεν το παστες σμιλες

Οι καλύτερες Κυπριακες Σιεφταλιες της Παφου

Χρειαζούμενα
  • 1 1/2 κιλό κιμά χοιρινό
  • 1/2 ματσάκι μαιντανό
  • 3 κρεμμύδια
  • 500 γρ. μπόλια
  • λίπος αρνίσιο ή χοιρινό (προαιρετικά)
  • αλάτι
  • πιπέρι άσπρο και μαύρο κατά βούληση

Τα καλυτερα κυπριακα πουρένια "Παφιτικα"

Χρειαζούμενα
Μισό κιλό αλεύρι (χωριάτικο)
1,5 ποτήρια νερό
1/5 του φλιτζανιού λάδι (φυστικέλαιο)
Λίγο αλάτι (1 κουταλάκι)
Μισό κιλό αναρή φρέσκα ανάλατη
Λίγη κανέλα
2-3 κ.σ. ζάχαρη (εξαρτάται από το πόσο γλυκά τα θέλουμε)
Λίγο ροδόσταγμα
Ζάχαρη άχνη για πασπάλισμα

Τρίτη 22 Ιουλίου 2014

Διαφορα

Έσ' έναν πράμαν πάνω της, 
που την μισήν τζιε κάτω, 
π' ακκάννει το κριάς ωμόν, 
τζιε πάλε ξαπολά το.